Ιερός Ναός Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ζαγοράς, Νοέμβρης 2017
Σταθερή συνέχεια, αν και τα blog μου αφορούν την ζωή μου, οπότε, ΟΛΑ είναι μία συνέχεια...
Από κει.
....Ε. ρε, κι όταν βρέθηκα ΕΚΕΙ από κάτω...
Κοίταξα ΨΗΛΑ και δεν ανάσαινα πια, ως άνθρωπος...
Ο άνθρωπος μου έλεγε: "γρήγορα, δε μπορεί να περιμένει εσένα ο μάστορας!"
Η ψυχή μου έλεγε... "Άνοιξέ μου για ένα λεπτό, να μπω..."
Δέος γι' αυτή την εκκλησιά! Τόσο μακρινή, μα και τόσο κοντά, άγνωστο γιατί!
Δεν έχω αναμνήσεις πολλές, απ' αυτή την εκκλησία, είναι λίγο απομονωμένη.
Την θυμάμαι σε πανηγύρια, γάμους και περπατώντας απ' έξω με την μάνα, όταν πηγαίναμε ν' ανάψουμε τα καντηλάκια.
Εκεί κοντά είναι και το Νεκροταφείο, είναι κι ένας Φίλος, μα και μόνο που το σκέφτηκα, έφτανε να βγει γρήγορα απ' το μυαλό μου...
...Χρόνος;
Τόσος όσος, να χτυπήσεις το κουδούνι απ' το σπιτάκι του παπά, αν είναι εκεί, κι αν όχι, ν' αφήσεις το σακκουλάκι με τα καλούδια σου, να κάνεις τον Σταυρό σου που σ' αξίωσε να φτάσεις μέχρι εδώ και να φύγεις με το ΚΑΛΟ, για τον Βόλο, όσο γίνεται πιο γρήγορα, γιατί πυκνώνει η ομίχλη, πλησιάζει η νύχτα, κι ο δρόμος είναι πάντα, δρόμος!
και τότε, είδα ΦΩΣ, στο παραθυράκι!!!
Τί χαρά! Τί ελπίδα!!!
Πλησίασα, χτύπησα την πόρτα.
Η παπαδιά (Αγία γυναίκα!), με το χαμόγελο στα χείλη!
"Πέρνα, να σε κεράσω! Μόλις ήρθαμε απ' το κτήμα."
"... Δεν προλαβαίνω... Είχα μάστορα, βιάζεται. Του είπα θα κάνω γρήγορα. Μόνο ν' αφήσω αυτό το λαδάκι, να ανάψετε μια μέρα, για μένα τα καντηλάκια! Ήθελα να είμαι στον Εσπερινό, να μπω μέσα, να χαιρετήσω και τον καινούργιο τον Άγιο (Άγιος Θεοφόρος Δανιήλ εκ Ζαγοράς), αλλά, δεν γίνεται.
Δεν πειράζει, άλλη φορά!"
"Στάσου δυο λεπτά. Μη φεύγεις! Πάρε δυο γλυκά. Κάτσε να ρωτήσω τον παπά, είναι μέσα με τις πυζάμες. Τώρα ξεντύθηκε, μόλις ήρθαμε. Να τον ρωτήσω. Αν δεν έχει συναγερμό, να έρθω να σ' ανοίξω εγώ, δυο λεπτά, να χαιρετήσεις!"
"...Όχι, Καλή μου παπαδιά! Μη σε βάζω σε τέτοιον κόπο! Άλλωστε, δεν προλαβαίνω! Φεύγω, ευχαριστώ για τα γλυκά, Καλόν χειμώνα!"
Εγώ τα έλεγα, εκείνη, δεν άκουγε...!
Ήδη έψαχνε τον παπά, κι εμένα τα πόδια μου έφευγαν!
Ούτε ήξεραν για που.
Σα να είχα ένα αόρατο πιστόλι στον κρόταφο που η πυξίδα έδειχνε στο πρόχειρα παρκαρισμένο και ήδη αναμμένο αυτοκίνητο.
Όταν βλέπει κάποιος πολλές φωτογραφίες, φαντάζεται έναν χαλαρό φωτογράφο που στήνεται και φωτογραφίζει....
Καμία σχέση αυτό, με μένα.
Φανταστείτε μια ώριμη σε ηλικία γυναίκα, να περπατάει βιαστικά, κοιτάζοντας ψηλά ή χαμηλά, μ' ένα χέρι στημένο, με μια μηχανή που κάνει κλικ, σα να είναι στο γύψο... κάπως έτσι!
Σαν την κλέφτρα, να χορτάσω εικόνα, εικόνες, να πειστώ πως είμαι εκεί, έστω κι απ' έξω!
Και τότε τα άλογα που δεν φαίνονται, έγιναν τρία!
Κατέβαινε κι ένα άσπρο!
Τί Σημάδι, Καλό!!!
Κι εκεί που είχα χάσει τον χρόνο, είδα την παπαδιά να καταφθάνει.
Και να μου άνοιγε, εγώ έπρεπε να φύγω.
Δεν προλάβαινα.
Ο μάστορας δεν είναι άντρας μου, να μαλώσουμε, έπρεπε να μην τον νευριάσω, κι είχαμε και ταξίδι.
"Περίμενε λιγάκ'! Έχ' συναγερμό. Ντύνεται, θα πεταχτεί ο παπάς να σ' ανοίξ'!"
Ώ ΘΕΕ!"
"Άργησα παπαδιά μου και ανησυχώ για τον μάστορα. Του είπα πέντε λεπτά...."
"Μην ανησυχείς! Θα πάω εγώ να τον βρω, να του πω να σε περιμέν' λιγάκ'!"
Κι έφυγε, να κάνει τον κύκλο, να τον βρει, να τον ενημερώσει... και το σε ετοιμότητα χέρι μου, έκανε κλικ!
Ούτε κουνημένες, ούτε τίποτα!!!
Όλες, ΦΩΣ, ΦΑΝΑΡΙ!
Κι εκεί που η ματιά μου χάθηκε στα ξύλα, στην προετοιμασία του χειμώνα... εκεί, λες και κάποιος άνοιξε κασετόφωνο... "άκουσα" ψαλμωδίες Ύμνων!
Συγκλονίστηκα! Μου έχει ξανασυμβεί, με τον Σωτήρα!
Ήξερα, με περίμενε, πια!
Ο "Ήχος", κράτησε λίγο. Τόσο, όσο, ίσως έπρεπε!αυτή τη φορά.
Κι ύστερα ήρθε ο αξιοσέβαστος και πολυαγαπημένος παπά - Δημήτρης και μ' άνοιξε!
Πάμε επόμενη ανάρτηση.
Σταθερή συνέχεια, αν και τα blog μου αφορούν την ζωή μου, οπότε, ΟΛΑ είναι μία συνέχεια...
Από κει.
....Ε. ρε, κι όταν βρέθηκα ΕΚΕΙ από κάτω...
Κοίταξα ΨΗΛΑ και δεν ανάσαινα πια, ως άνθρωπος...
Ο άνθρωπος μου έλεγε: "γρήγορα, δε μπορεί να περιμένει εσένα ο μάστορας!"
Η ψυχή μου έλεγε... "Άνοιξέ μου για ένα λεπτό, να μπω..."
Δέος γι' αυτή την εκκλησιά! Τόσο μακρινή, μα και τόσο κοντά, άγνωστο γιατί!
Δεν έχω αναμνήσεις πολλές, απ' αυτή την εκκλησία, είναι λίγο απομονωμένη.
Την θυμάμαι σε πανηγύρια, γάμους και περπατώντας απ' έξω με την μάνα, όταν πηγαίναμε ν' ανάψουμε τα καντηλάκια.
Εκεί κοντά είναι και το Νεκροταφείο, είναι κι ένας Φίλος, μα και μόνο που το σκέφτηκα, έφτανε να βγει γρήγορα απ' το μυαλό μου...
...Χρόνος;
Τόσος όσος, να χτυπήσεις το κουδούνι απ' το σπιτάκι του παπά, αν είναι εκεί, κι αν όχι, ν' αφήσεις το σακκουλάκι με τα καλούδια σου, να κάνεις τον Σταυρό σου που σ' αξίωσε να φτάσεις μέχρι εδώ και να φύγεις με το ΚΑΛΟ, για τον Βόλο, όσο γίνεται πιο γρήγορα, γιατί πυκνώνει η ομίχλη, πλησιάζει η νύχτα, κι ο δρόμος είναι πάντα, δρόμος!
και τότε, είδα ΦΩΣ, στο παραθυράκι!!!
Τί χαρά! Τί ελπίδα!!!
Πλησίασα, χτύπησα την πόρτα.
Η παπαδιά (Αγία γυναίκα!), με το χαμόγελο στα χείλη!
"Πέρνα, να σε κεράσω! Μόλις ήρθαμε απ' το κτήμα."
"... Δεν προλαβαίνω... Είχα μάστορα, βιάζεται. Του είπα θα κάνω γρήγορα. Μόνο ν' αφήσω αυτό το λαδάκι, να ανάψετε μια μέρα, για μένα τα καντηλάκια! Ήθελα να είμαι στον Εσπερινό, να μπω μέσα, να χαιρετήσω και τον καινούργιο τον Άγιο (Άγιος Θεοφόρος Δανιήλ εκ Ζαγοράς), αλλά, δεν γίνεται.
Δεν πειράζει, άλλη φορά!"
"Στάσου δυο λεπτά. Μη φεύγεις! Πάρε δυο γλυκά. Κάτσε να ρωτήσω τον παπά, είναι μέσα με τις πυζάμες. Τώρα ξεντύθηκε, μόλις ήρθαμε. Να τον ρωτήσω. Αν δεν έχει συναγερμό, να έρθω να σ' ανοίξω εγώ, δυο λεπτά, να χαιρετήσεις!"
"...Όχι, Καλή μου παπαδιά! Μη σε βάζω σε τέτοιον κόπο! Άλλωστε, δεν προλαβαίνω! Φεύγω, ευχαριστώ για τα γλυκά, Καλόν χειμώνα!"
Εγώ τα έλεγα, εκείνη, δεν άκουγε...!
Ήδη έψαχνε τον παπά, κι εμένα τα πόδια μου έφευγαν!
Ούτε ήξεραν για που.
Σα να είχα ένα αόρατο πιστόλι στον κρόταφο που η πυξίδα έδειχνε στο πρόχειρα παρκαρισμένο και ήδη αναμμένο αυτοκίνητο.
Όταν βλέπει κάποιος πολλές φωτογραφίες, φαντάζεται έναν χαλαρό φωτογράφο που στήνεται και φωτογραφίζει....
Καμία σχέση αυτό, με μένα.
Φανταστείτε μια ώριμη σε ηλικία γυναίκα, να περπατάει βιαστικά, κοιτάζοντας ψηλά ή χαμηλά, μ' ένα χέρι στημένο, με μια μηχανή που κάνει κλικ, σα να είναι στο γύψο... κάπως έτσι!
Σαν την κλέφτρα, να χορτάσω εικόνα, εικόνες, να πειστώ πως είμαι εκεί, έστω κι απ' έξω!
Και τότε τα άλογα που δεν φαίνονται, έγιναν τρία!
Κατέβαινε κι ένα άσπρο!
Τί Σημάδι, Καλό!!!
Κι εκεί που είχα χάσει τον χρόνο, είδα την παπαδιά να καταφθάνει.
Και να μου άνοιγε, εγώ έπρεπε να φύγω.
Δεν προλάβαινα.
Ο μάστορας δεν είναι άντρας μου, να μαλώσουμε, έπρεπε να μην τον νευριάσω, κι είχαμε και ταξίδι.
"Περίμενε λιγάκ'! Έχ' συναγερμό. Ντύνεται, θα πεταχτεί ο παπάς να σ' ανοίξ'!"
Ώ ΘΕΕ!"
"Άργησα παπαδιά μου και ανησυχώ για τον μάστορα. Του είπα πέντε λεπτά...."
"Μην ανησυχείς! Θα πάω εγώ να τον βρω, να του πω να σε περιμέν' λιγάκ'!"
Κι έφυγε, να κάνει τον κύκλο, να τον βρει, να τον ενημερώσει... και το σε ετοιμότητα χέρι μου, έκανε κλικ!
Ούτε κουνημένες, ούτε τίποτα!!!
Όλες, ΦΩΣ, ΦΑΝΑΡΙ!
Κι εκεί που η ματιά μου χάθηκε στα ξύλα, στην προετοιμασία του χειμώνα... εκεί, λες και κάποιος άνοιξε κασετόφωνο... "άκουσα" ψαλμωδίες Ύμνων!
Συγκλονίστηκα! Μου έχει ξανασυμβεί, με τον Σωτήρα!
Ήξερα, με περίμενε, πια!
Ο "Ήχος", κράτησε λίγο. Τόσο, όσο, ίσως έπρεπε!αυτή τη φορά.
Κι ύστερα ήρθε ο αξιοσέβαστος και πολυαγαπημένος παπά - Δημήτρης και μ' άνοιξε!
Πάμε επόμενη ανάρτηση.
...Κυριακή 9 Δεκ.18 και ψάχνοντας ετικέτα με όνειρα, μ' έβγαλε εδώ!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΈμεινα λιγάκι...!
Εδώ η λέξη όνειρα, έχει την έννοια της μεγάλης ευχαρίστησης, όπως λέμε όνειρο!
Τέλος πάντων, το αποψινό, μαζί με το γατί που ήταν ανήσυχο, με σήκωσαν άρον - άρον.
Το όνειρο είχε να κάνει με Ζαγορά, περισσότερο με τον Άι- Γιώργη, όμως!
Είχε και Γιώργηδες όμως... από Σωτήρα, που σημαίνει γρήγορο... σίγουρα.
Είθε νά 'ναι για ΚαΛΟ, χαλάει κι ο καιρός, όπως λέει το γατί με την συμπεριφορά του και ο άντρας μου που άκουσε ειδήσεις.
Ξαγρύπνησα. Άντε να κοιμηθείς, τώρα!
Αυτά!
Προβληματικοί οι δρόμοι εκεί, ΣΕ ΚΑΛΟ!
Διαμάντι, φράχτης, λεωφορείο, μηχανάκι, πιάτα, μπουφάν χρυσό, χάθηκε, έψαχναν, γυναίκες μαύρα, απορίες, μπερδεμένα.
ΣΕ ΚΑΛΟ, Άι- Γιώργη και Σωτήρα μου!