Άγιος Νεκτάριος - Μεγάλη Παρασκευή 2017 Βιντεάκια
Απ' το σπίτι... Η καμπάνα.
Ήμασταν στην γραμμή να χαιρετήσουμε. Είχε πάρα πολύ κόσμο. Κάποια στιγμή, ήρθε και η σειρά μας.
Κι εκεί, ένα χέρι μας σταμάτησε!
Διακοπή προσκυνήματος!
Η κόρη μου έμεινε!
Εγώ το χάρηκα πολύ!
Είχα ορατότητα και για βιντεάκι και χρόνο ... λίγο παραπάνω απ' τους προηγούμενους και τους επόμενους της ουράς.
Θυμήθηκα κάτι παραπλήσιο που έγινε και στην Τήνο, παραμονή της Αγίας Πελαγίας.
Ήμουνα στην τελευταία στροφή της ουράς, είχα ακόμα δρόμο, μέχρι να τελειώσει η ευθεία και μέχρι να μπω να χαιρετήσω την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Τήνου.
...Είχα και το κολάρο, ζαλιζόμουνα πολύ τότε, κρατιόμουνα απ' το διαχωριστικό σχοινί και τραμπαλιζόμουνα συχνά.
Έκανα όμως υπομονή, έδινα και την σειρά μου, άκουγα και τον κόσμο που μάλωνε και στεναχωριόμουνα.
Κάποια στιγμή ακούω μια κυρία, μετά την στροφή, που με είχε φάτσα της και με παρακολουθούσε, φαίνεται, από ώρα:
"Αφήστε την κυρία να περάσει! Με το ζόρι κρατιέται όρθια."
Άφησα το σκοινί, έκανα στο πλάι, να περάσει η κυρία που δεν είχα προσέξει.
"Εσάς, λέω κυρία μου..." είπε.
Ντράπηκα. Κοκκίνισα. Η υπόταση είχε γίνει πίεση, πια. Όλος ο κόσμος κοίταζε εμένα! Ν' ανοίξει η γη να με καταπιεί.
"Μα, μπορώ!..." είπα.
Την κοίταξα στα μάτια, δεν ξέρω πως. Δεν με είδα.
Είδα μόνο, να μην υπάρχει άνθρωπος μπροστά μου κι ελεύθερα τρία μέτρα ουράς, που έπρεπε να πάω εγώ, πρώτη!
Κοίταξα γύρω μου...
Σιωπή. κανένας δεν αντιδρούσε. Περίμεναν.
Αναγκάστηκα να βαδίσω στην άδεια γραμμή μου και βρέθηκα πρώτη, μπροστά.
Ένας κύριος ρύθμιζε ανά πέντε (επτά; δεν θυμάμαι) άτομα και περνούσαν. Οι επόμενοι περίμεναν.
Περίμενα κι εγώ, την επόμενη φουρνιά.
Δεν ήταν πολύς ο χρόνος, μέχρι και να φτάσω μπροστά, σχεδόν ταυτόχρονα, έρχεται ο κύριος και κάνει ΣΤΟΠ!
Έμεινα!
'Ενιωσα σαν κλέφτρα! Θα νόμιζε ο άνθρωπος πως αδίκησα την ουρά. Ντράπηκα. Κατέβασα κεφάλι και ΤΟΤΕ, άρχισαν να χτυπάνε σαν τρελές οι καμπάνες!
Έμεινα!
Ένιωσα σαν τα πολυκαταστήματα που χτυπάνε συναγερμό, αν έχεις μεταλλικό αντικείμενο πάνω σου...
Φέρτε σχοινί να πιαστώ, δεν αντέχει...
Και τότε... ακούγεται μαζί με τις καμπάνες ένα ποδοβολητό, και μετά πέρασαν, σχεδόν τρέχοντας, ίσως και πάνω από εκατό παπάδες!
Μπήκαν στον Ιερό Ναό, έψαλλαν λίγο και μετά, ο κύριος των ρυθμίσεων... μού είπε:
"Περάστε, τώρα!"
Πέρασα... πρώτη. Δε γινόταν κι αλλιώς.
Συγκινούμαι όταν το θυμάμαι.
Έτσι και προχθές.
(Γράφω απ' ευθείας, άλλη στιγμή διορθώσεις.)Υγ. Δεν επεμβαίνω στην σύνταξη, γιατί... θα γίνει άλλο κείμενο και δε θέλω. Σ'χωράτε!
Η Εικόνα του Χριστού ήταν εκεί που την άφησα, νομίζω φαίνεται σε κάποιο βιντεάκι.
Απ' το σπίτι... Η καμπάνα.
Ήμασταν στην γραμμή να χαιρετήσουμε. Είχε πάρα πολύ κόσμο. Κάποια στιγμή, ήρθε και η σειρά μας.
Κι εκεί, ένα χέρι μας σταμάτησε!
Διακοπή προσκυνήματος!
Η κόρη μου έμεινε!
Εγώ το χάρηκα πολύ!
Είχα ορατότητα και για βιντεάκι και χρόνο ... λίγο παραπάνω απ' τους προηγούμενους και τους επόμενους της ουράς.
Θυμήθηκα κάτι παραπλήσιο που έγινε και στην Τήνο, παραμονή της Αγίας Πελαγίας.
Ήμουνα στην τελευταία στροφή της ουράς, είχα ακόμα δρόμο, μέχρι να τελειώσει η ευθεία και μέχρι να μπω να χαιρετήσω την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Τήνου.
...Είχα και το κολάρο, ζαλιζόμουνα πολύ τότε, κρατιόμουνα απ' το διαχωριστικό σχοινί και τραμπαλιζόμουνα συχνά.
Έκανα όμως υπομονή, έδινα και την σειρά μου, άκουγα και τον κόσμο που μάλωνε και στεναχωριόμουνα.
Κάποια στιγμή ακούω μια κυρία, μετά την στροφή, που με είχε φάτσα της και με παρακολουθούσε, φαίνεται, από ώρα:
"Αφήστε την κυρία να περάσει! Με το ζόρι κρατιέται όρθια."
Άφησα το σκοινί, έκανα στο πλάι, να περάσει η κυρία που δεν είχα προσέξει.
"Εσάς, λέω κυρία μου..." είπε.
Ντράπηκα. Κοκκίνισα. Η υπόταση είχε γίνει πίεση, πια. Όλος ο κόσμος κοίταζε εμένα! Ν' ανοίξει η γη να με καταπιεί.
"Μα, μπορώ!..." είπα.
Την κοίταξα στα μάτια, δεν ξέρω πως. Δεν με είδα.
Είδα μόνο, να μην υπάρχει άνθρωπος μπροστά μου κι ελεύθερα τρία μέτρα ουράς, που έπρεπε να πάω εγώ, πρώτη!
Κοίταξα γύρω μου...
Σιωπή. κανένας δεν αντιδρούσε. Περίμεναν.
Αναγκάστηκα να βαδίσω στην άδεια γραμμή μου και βρέθηκα πρώτη, μπροστά.
Ένας κύριος ρύθμιζε ανά πέντε (επτά; δεν θυμάμαι) άτομα και περνούσαν. Οι επόμενοι περίμεναν.
Περίμενα κι εγώ, την επόμενη φουρνιά.
Δεν ήταν πολύς ο χρόνος, μέχρι και να φτάσω μπροστά, σχεδόν ταυτόχρονα, έρχεται ο κύριος και κάνει ΣΤΟΠ!
Έμεινα!
'Ενιωσα σαν κλέφτρα! Θα νόμιζε ο άνθρωπος πως αδίκησα την ουρά. Ντράπηκα. Κατέβασα κεφάλι και ΤΟΤΕ, άρχισαν να χτυπάνε σαν τρελές οι καμπάνες!
Έμεινα!
Ένιωσα σαν τα πολυκαταστήματα που χτυπάνε συναγερμό, αν έχεις μεταλλικό αντικείμενο πάνω σου...
Φέρτε σχοινί να πιαστώ, δεν αντέχει...
Και τότε... ακούγεται μαζί με τις καμπάνες ένα ποδοβολητό, και μετά πέρασαν, σχεδόν τρέχοντας, ίσως και πάνω από εκατό παπάδες!
Μπήκαν στον Ιερό Ναό, έψαλλαν λίγο και μετά, ο κύριος των ρυθμίσεων... μού είπε:
"Περάστε, τώρα!"
Πέρασα... πρώτη. Δε γινόταν κι αλλιώς.
Συγκινούμαι όταν το θυμάμαι.
Έτσι και προχθές.
(Γράφω απ' ευθείας, άλλη στιγμή διορθώσεις.)Υγ. Δεν επεμβαίνω στην σύνταξη, γιατί... θα γίνει άλλο κείμενο και δε θέλω. Σ'χωράτε!
Η Εικόνα του Χριστού ήταν εκεί που την άφησα, νομίζω φαίνεται σε κάποιο βιντεάκι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου